Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας ή αλλιώς η ΔΕΠ/Υ, είναι μία νευροαναπτυξιακή διαταραχή που πλέον φαίνεται να επηρεάζει μέχρι και το 7% του μαθητικού πληθυσμού. Μάλιστα, τα αγόρια διαγιγνώσκονται τρεις φορές περισσότερες από τα κορίτσια, αφού έρευνες δείχνουν πως τα κορίτσια μπορούν να το «κρύψουν» καλύτερα, λόγω του ότι μπορούν λίγο πιο εύκολα να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους. Μιλώντας για νευροαναπτυξιακές διαταραχές, αναφερόμαστε σε μη νευροτυπική ανάπτυξη του εγκεφάλου ή αλλοιώσεις και τραυματισμούς κατά την ωρίμανση του. Επομένως, η προέλευση τους είναι από την πρώιμη ηλικία, ενώ κατά τη διαδικασία της ανάπτυξης του παιδιού εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα. Δεν είναι βέβαια λίγες οι φορές που τα συμπτώματα αγνοήθηκαν ή τα παιδιά ονομάστηκαν σαν «άτακτα», «ζωηρά», «κακές παρέες», «ανυπάκουα» κ.α. Πάμε λοιπόν να διαχωρίσουμε το «άτακτο και ζωηρό» παιδί από το παιδί με ΔΕΠ/Υ.
Αρχικά, η ΔΕΠ/Υ χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες, όπως η διάσπαση προσοχής, η υπερκινητικότητα και η παρορμητικότητα, με τα τελευταία δύο να εξετάζονται μαζί. Για να γίνει διάγνωση χρειάζεται να υπάρχει συμπτωματολογία τουλάχιστον στη μία από τις δύο κατηγορίες, αφού ένα παιδί μπορεί να είναι απρόσεκτο, παρόλα αυτά να μην είναι υπερκινητικό. Αναπτυξιακά μιλώντας, από τη βρεφική ηλικία, ένα παιδί με ΔΕΠ/Υ πολύ πιθανό να ονομαστεί «δύσκολο βρέφος». Να έχει δηλαδή ασταθές ωράριο ύπνου, δυσκολία στην εναλλαγή γάλατος σε στερεά τροφή, αυξημένη κινητικότητα κ.α. Η συμπτωματολογία αυτή βέβαια υπάρχει σε περισσότερο από το 50% των βρεφών, γι’ αυτό εξάλλου και η διάγνωση δεν γίνεται πριν την ηλικία των 3 περίπου χρόνων. Σαν νήπιο ένα παιδί με ΔΕΠ/Υ είναι πιθανό να είναι επιρρεπές σε ατυχήματα, να καθυστερήσει να μιλήσει, να είναι αδέξιο, παρορμητικό κ.α. Φτάνοντας στην σχολική ηλικία, το παιδί έχει δυσκολία στη συγκέντρωση και μαθησιακές δυσκολίες, μειωμένο κίνητρο, επιθετικότητα κ.α. Μεγαλώνοντας και φτάνοντας στην εφηβεία είναι πιθανό να μειωθεί η υπερκινητικότητα και παρορμητικότητα του παιδιού και να αυξηθεί η παραβατικότητα.
Μαθαίνοντας να αναγνωρίζουμε τα χαρακτηριστικά ενός ατόμου με ΔΕΠ/Υ, καθίσταται πιο αποτελεσματική η διαχείριση του. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι ένα άτομο με ΔΕΠ/Υ έχει σταθερή συμπτωματολογία, δεν παίζουν ρόλο οι δείκτες νοημοσύνης του, ενώ δεν είναι τεμπελιά του ατόμου ούτε συνειδητή συμπεριφορά. Επομένως, ένα άτομο με ΔΕΠ/Υ μπορεί να παρουσιάζει διάσπαση προσοχής, υπερκινητικότητα και παρορμητικότητα όπως αναφέρθηκαν και πιο πάνω, όπως επίσης και δυσκολίες τόσο στην κοινωνική προσαρμογή, όσο και στη σχολική επίδοση. Είναι, επίσης, πιθανό το άτομο να παρουσιάζει δυσλειτουργία στην εργασιακή του μνήμη, να έχει έλλειψη οργάνωσης και τάξης από τη ζωή του, να αντιμετωπίζει συμπεριφορικές και συναισθηματικές δυσλειτουργίες και να είναι αναποφάσιστο. Μπορεί να ακούγεται παράδοξο, παρόλα αυτά ένα άτομο με ΔΕΠ/Υ είναι επίσης πιθανό να παρουσιάζει υπερβολική συγκέντρωση σε συγκεκριμένες δραστηριότητες.
Όπως αναφέρθηκε πριν, η ΔΕΠ/Υ είναι μία νευροαναπτυξιακή διαταραχή, επομένως ερευνητικά ευρήματα δείχνουν πως φαίνεται η ανάπτυξη της διαταραχής να επηρεάζεται τόσο από βιολογικούς παράγοντες, κληρονομικότητα, όσο και από το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει το άτομο και εξελίσσεται τη διαταραχή. Παρόλο που μπορεί ένα άτομο να έχει γενετική/βιολογική προδιάθεση για ΔΕΠ/Υ, αν μεγαλώνει σε ένα σταθερό και οριοθετημένο περιβάλλον τότε είναι πιθανό η διαταραχή να είναι σε ήπια μορφή και τα συμπτώματα αρκετά διαχειρίσιμα.
Πλέον, υπάρχει τρόπος διάγνωσης του ΔΕΠ/Υ τόσο σε παιδιά, όσο και σε ενήλικες. Συγκεκριμένα για παιδιά η διάγνωση γίνεται μέσω ιστορικού και ερωτηματολογίου από τους γονείς και εκπαιδευτικούς του παιδιού, ενώ για ενήλικες γίνεται κλινική συνέντευξη και χορήγηση ερωτηματολογίου στο άτομο. Λαμβάνονται αρκετές παράμετροι υπόψη στην διάγνωση και αξιολόγηση ενός ατόμου με ΔΕΠ/Υ. Όσον αφορά τη θεραπεία, έχουν γίνει αρκετά βήματα με φαρμακευτική αγωγή για ΔΕΠ/Υ, η οποία φαίνεται να βοηθά στην έλεγχο των συμπτωμάτων του ατόμου και στην ανάπτυξη της λειτουργικότητας στην καθημερινότητα του. Επιπλέον, συστήνεται ψυχολογική στήριξη και θεραπεία τόσο για το άτομο με ΔΕΠ/Υ, όσο και για τους σημαντικούς άλλους και φροντιστές του ατόμου, αφού μέσα από τη θεραπεία τα άτομα μπορούν να εξωτερικεύσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα τους σε ένα μέρος χωρίς επικριτικότητα και να μάθουν τρόπους διαχείρισης.
Το Altius Mind Institute που αποτελείται από μια ομάδα Κλινικών και Συμβουλευτικών Ψυχολόγων, έχουν θέσει τον άνθρωπο στο επίκεντρο της ύπαρξής και της ζωής του. Όχι μόνο υιοθετούν απόλυτα τις αρχές της ίσης μεταχείρισης, των ίσων ευκαιριών, καθώς και της ισότιμης πρόσβασης στην υγεία, αλλά έχουν ως απόλυτη και αδιαπραγμάτευτη αξία τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, απαλλαγμένης από κάθε μορφή διάκρισης, βίας και κακοποίησης. Αν θέλεις να μάθεις περισσότερα για το Altius Mind Institute μην διστάσεις να το εντοπίσεις στα Social Media: @altiusmindinstitute & @aristodemou.elena και το Website www.altiusmindinstitute.com.
Το πρώτο και σημαντικότερο βήμα για τη διαχείριση μιας διάγνωσης/διαταραχής και των συμπτωμάτων που την ακολουθούν, είναι η αποδοχή.
Χάρις Σταύρου, Κλινική Ψυχολόγος
Altius Mind Institute
info@altiusmindinstitute.com
www.altiusmindinstitute.com
Tags: Altius Mind Institute, ΔΕΠΥ, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής & υπερκινητικότητας, Κλινική Ψυχολόγος
Καθαρά Δευτέρα σήμερα, και η περίοδος της νηστείας του Πάσχα…
Μάθε πως το υγιεινό life style προλαμβάνει και επιδρά στην…
Σου δίνουμε 10 ασφαλείς απαντήσεις στις πιο συχνές ερωτήσεις που…